- εξέταση
- I
Δοκιμασία ή σύνολο δοκιμασιών που αποβλέπουν στον έλεγχο των γνώσεων των μαθητών και στην απονομή ενός τίτλου σπουδών. Συναφής προς την ε. όρος είναι ο διαγωνισμός, αλλά οι δύο έννοιες διαφέρουν ουσιαστικά μεταξύ τους ως προς τον σκοπό, το περιεχόμενο και τα κριτήρια. Ως προς τον πρώτο, ενώ η ε. αποτελεί έλεγχο των γνώσεων που έχουν αφομοιωθεί, ο διαγωνισμός είναι ουσιαστικά ένας συναγωνισμός, που επιτρέπει με τη μέθοδο της κατάταξης, την επιλογή των καλύτερων υποψηφίων για μία εργασία ή μία θέση. Ως προς το περιεχόμενο, κάθε ε. στηρίζεται σε δοκιμασίες που κανονικά αντιπροσωπεύουν τις απαιτήσεις που έχει ο εκπαιδευτικός από έναν μέσο μαθητή ή φοιτητή ύστερα από έναν κύκλο σπουδών. Αντίθετα, ο διαγωνισμός προϋποθέτει δοκιμασίες δύσκολες, ώστε να επιτρέπουν μια όσο το δυνατόν ευρύτερη κατάταξη των καλύτερων υποψηφίων για να γίνει περισσότερο εύκολη και αντικειμενική η τελική επιλογή. Ως προς τα κριτήρια, σε κάθε ε. το κριτήριο επιτυχίας είναι εσωτερικό: ο εξεταζόμενος οφείλει να λάβει έναν μέσο βαθμό που αντιπροσωπεύει τις ελάχιστες απαιτήσεις, σχετικά με τις γνώσεις του. Έτσι, είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι έχουν πετύχει οι μαθητές με βαθμό ίσο ή ανώτερο από τη βάση, ενώ όσοι αποκτήσουν βαθμό κατώτερο από τη βάση θα έχουν αποτύχει. Ο αριθμός των επιτυχόντων στις ε. δεν καθορίζεται από πριν και κατά συνέπεια δεν αποκλείεται να πετύχουν όλοι οι υποψήφιοι. Στον διαγωνισμό, αντίθετα, το κριτήριο επιτυχίας βρίσκεται έξω και από αυτό το περιεχόμενο της δοκιμασίας, εφόσον ο αριθμός αυτών που θα πετύχουν έχει καθοριστεί από πριν, ανεξάρτητα από το επίπεδο γνώσεων των υποψηφίων. Η κατάταξη των υποψηφίων μπορεί να γίνει με βάση έναν οριακό βαθμό που λαμβάνεται αυθαίρετα και ο οποίος μπορεί να είναι ίσος ή και ανώτερος της βάσης.Μία πραγματική ε., εφόσον αποβλέπει στον έλεγχο των γνώσεων ή και των ικανοτήτων, δεν θα έπρεπε βασικά να δημιουργεί προβλήματα. Πράγματι, αν η μελέτη υπήρξε εντατική και ο προσανατολισμός των μαθητών ορθός, η μεγάλη πλειοψηφία τους πρέπει να πετύχει. Αν, αντίθετα, η αναλογία των μαθητών που απορρίφθηκαν σε μία ε. είναι ιδιαίτερα μεγάλη, αυτό σημαίνει ότι η ποιότητα της διδασκαλίας υπήρξε χαμηλή και οι μέθοδοί της αμφισβητήσιμες ή ότι η ε. εξέλαβε στην πραγματικότητα τον χαρακτήρα του διαγωνισμού. Ο διαγωνισμός θέτει προβλήματα περισσότερο λεπτά: από τη μία ανταποκρίνεται σε μία ανάγκη αυστηρής επιλογής, εφόσον πρόκειται να προχωρήσουμε σε ένα κοσκίνισμα που δεν θα επιτρέψει να περάσει παρά ένας μικρός αριθμός επιτυχόντων· από την άλλη τίθεται το ζήτημα αν το κόσκινο που χρησιμοποιείται ανταποκρίνεται στην ορθή και αντικειμενική επιλογή των ικανότερων για τη μία ή την άλλη θέση ή εργασία.Σύμφωνα με αυτή τη διάκριση, μπορεί άνετα να χαρακτηριστεί ως διαγωνισμός κάθε δοκιμασία που αποβλέπει στην πρόσληψη ενός ορισμένου αριθμού υποψηφίων (π.χ. διαγωνισμοί τραπεζών, υπουργείων, διαφόρων ιδρυμάτων και οργανισμών) ή στην είσοδο σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές με περιορισμένο αριθμό εισακτέων. Ε. επίσης μπορεί να θεωρηθεί κάθε δοκιμασία που αποβλέπει στη διαπίστωση των απαιτούμενων ικανοτήτων ή γνώσεων (ε. επαγγελματικής ικανότητας, π.χ., οδηγών αυτοκινήτου) ή στην προαγωγή των μαθητών ή φοιτητών από τάξη σε τάξη ή στη μετάβαση των μαθητών από το δημοτικό σχολείο στο γυμνάσιο. Έτσι, οι σχολικές ε. διακρίνονται σε προαγωγικές (από τάξη σε τάξη), απολυτήριες (για την τελευταία τάξη του δημοτικού σχολείου και του γυμνασίου), εισαγωγικές (για τη μετάβαση από το δημοτικό σχολείο στο γυμνάσιο ή άλλη σχολή της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης) ή ακόμα και σε κατατακτήριες όταν πρόκειται να καταταγεί ένας μαθητής που έχει διδαχθεί στο σπίτι του ή προέρχεται από ιδιωτικό σχολείο στην αντίστοιχη με τις γνώσεις του τάξη δημόσιου σχολείου της στοιχειώδους ή μέσης εκπαίδευσης. Τέλος, οι πτυχιακέςδιπλωματικές έχουν σκοπό την απονομή ενός πτυχίου ή διπλώματος και τον καθορισμό του επιτυχούς τερματισμού ενός κύκλου ανώτερων ή ειδικών σπουδών.Ο τύπος των ε. ποικίλλει σε κάθε χώρα, ανάλογα με το εκπαιδευτικό σύστημα που ακολουθείται, την επιστημονική και την κοινωνικοπολιτική οργάνωση.Η αποτυχία στις ε. Σε μερικά παιδιά τα σχολικά αποτελέσματα δεν ανταποκρίνονται ούτε στην ηλικία ούτε στις δυνατότητές τους ούτε στις προσδοκίες των γονέων τους. Σύμφωνα με τον βαθμό αποτυχίας απαντώνται: σχολικές δυσκολίες, όταν πρόκειται για αποτελέσματα μέτρια ή κακά, που έχουν προκύψει κατά τη διάρκεια κανονικής φοίτησης, είτε σε ορισμένα είτε στο σύνολο των μαθημάτων· σχολική καθυστέρηση, αν το παιδί βρίσκεται σε μια τάξη κατώτερη από αυτήν που αντιστοιχεί στην ηλικία του· σχολική αποτυχία, όταν η επιμονή και το μέγεθος της αποτυχίας καθιστούν την καθυστέρηση αθεράπευτη και ματαιώνουν την απόκτηση των τίτλων που επιδιώκει ο μαθητής, τον οποίο υποχρεώνουν σε έναν σχολικό επαναπροσανατολισμό ή καθιστούν αναγκαία την εγκατάλειψη των σπουδών. Η σχολική αποτυχία είναι συχνά γενεσιουργός αιτία των διαταραχών της συμπεριφοράς (αγωνία, αντίθεση, άρνηση σχολική), του συναισθήματος κατάθλιψης που έχει το παιδί, εξαιτίας της προσωπικής του μείωσης, και των αντιδράσεων που προκαλούνται στο οικογενειακό περιβάλλον· όμως, σε ευρύτερη κλίμακα είναι μια απώλεια πνευματικού και οικονομικού δυναμικού.Το ποσοστό των μαθητών που καθυστερούν κατά ένα ή περισσότερα έτη στις σπουδές τους γίνεται αισθητό κυρίως στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και πλήττει ιδιαίτερα τα παιδιά που προέρχονται από τα λιγότερο ευνοούμενα κοινωνικοπολιτιστικά περιβάλλοντα. Εξαιτίας του γεγονότος αυτού, υπάρχει μια έκδηλη διαφορά μεταξύ της θεωρητικής και της πραγματικής ηλικίας των μαθητών στις διάφορες τάξεις. Οι αιτίες μπορούν να διακριθούν σε γενικές αιτίες κοινωνιολογικής τάξης και σε ιδιαίτερες αιτίες ατομικής φύσης. Οι πρώτες μπορεί να είναι εκπαιδευτικής φύσης: ανεπαρκής σχολικός εξοπλισμός που καταλήγει σε μια συσσώρευση δυσμενών αποτελεσμάτων· κακή κατάρτιση των δασκάλων, οργάνωση και παιδαγωγικές μέθοδοι ελλιπείς· πρόγραμμα και κλιμάκωση της διδακτέας ύλης, χωρίς να λαμβάνονται επαρκώς υπόψη οι πραγματικές δυνατότητες πρόσκτησης γνώσεων των παιδιών στις διάφορες ηλικίες, σύμφωνα με τα δεδομένα της σύγχρονης ψυχοπαιδαγωγικής.Μπορεί οι αιτίες να είναι κοινωνικοπολιτιστικής τάξης, δηλαδή ενσωμάτωση του παιδιού σε ένα μέτριο οικογενειακό ή κοινωνικο-επαγγελματικό περιβάλλον το οποίο, περιορίζοντας τις ευκαιρίες μιας πρώιμης επαφής του παιδιού με την παιδεία, δεν διευκολύνει την αφομοίωση των σχολικών γνώσεων που αποτελούν το βασικό θεμέλιο.Στις ιδιαίτερες αιτίες κατατάσσονται όλες εκείνες οι χαρακτηριστικές ανεπάρκειες του παιδιού, είτε είναι ενδογενείς είτε επίκτητες (κακή σωματική ή πνευματική υγεία, αισθητηριακά, διανοητικά ή κινητικά μειονεκτήματα) είτε οφείλονται στο περιβάλλον του (έλλειψη αγωγής, στοργής ή μόρφωσης σε ένα οικογενειακό περιβάλλον διαταραγμένο και διαλυμένο). Όλοι αυτοί οι όροι είναι δυσμενείς όσον αφορά την καλή σχολική επίδοση, η οποία προϋποθέτει παρακολούθηση, συναισθηματική ωριμότητα, ενεργητική αντίσταση και επαρκείς πνευματικές δυνατότητες, ώστε να εξασφαλιστεί η σωστή προσαρμογή σε ένα σχολικό πλαίσιο, το απαραίτητο κλίμα στη σχέση δασκάλου-μαθητή και η σταθεροποίηση του ενδιαφέροντος και της προσπάθειας που είναι απαραίτητα για την αφομοίωση των αφηρημένων γνώσεων.Σε όποιο επίπεδο και αν εκδηλώνεται η εμφανής σχολική αποτυχία σπάνια μπορεί να αυτοπεριοριστεί. Στις περισσότερες περιπτώσεις τείνει να επιδεινωθεί και γι’ αυτό, καθώς η ευαισθησία στους παράγοντες αποτυχίας και οι δυνατότητες αντιστάθμισης των μειονεκτημάτων ποικίλλουν στα διάφορα άτομα, απαιτείται από την πλευρά του δασκάλου ταχύτητα και ικανότητα κατανόησης.Χρειάζεται επομένως προσοχή σε κάθε σχολική δυσκολία (μερική ή συνολική) και ταχύτατη εκ μέρους των γονέων, ύστερα από συνεννόηση με το σχολείο, προσφυγή στους ειδικούς (παιδαγωγούς, σχολικούς ψυχολόγους, ιατροψυχοπαιδαγωγικά κέντρα, συμβούλους σχολικού και επαγγελματικού προσανατολισμού), που θα καθορίσουν αντικειμενικά τη φύση, την έκταση και τις πιθανές αιτίες της κακής επίδοσης του μαθητή και θα του προσφέρουν, αν είναι ανάγκη, τις απαραίτητες φροντίδες και τη βοήθεια προσαρμογής.II
Το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας είναι συνδεδεμένο με τις εξετάσεις (φωτ. ΑΠΕ).
(Ιατρ.). Οποιαδήποτε έρευνα από ειδικευμένο γιατρό για διαγνωστικούς σκοπούς.ε. Doppler. Είδος υπερηχογραφήματος, με το οποίο εξετάζεται η ροή του αίματος στα αιμοφόρα αγγεία. Στηρίζεται στην ακόλουθη αρχή, κατά την οποία ο τόνος μιας νότας εξαρτάται από την ηχητική της συχνότητα. Αν η πηγή του ήχου πλησιάζει ή απομακρύνεται, η συχνότητα γίνεται υψηλότερη ή χαμηλότερη, αντίστοιχα. Η ίδια αρχή έχει εφαρμογή και όταν υπάρχει κίνηση της επιφάνειας, από την οποία εκπέμπονται ηχητικά κύματα. Καλείται φαινόμενοDoppler (Ντόπλερ) και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη μελέτη της ροής του αίματος διά της καρδιάς, κατευθύνοντας τα υπερηχητικά κύματα στην καρδιά και καταγράφοντας τις μεταβολές των συχνοτήτων των ήχων που αντανακλώνται. Το υπερηχογράφημα Doppler –ακίνδυνο και ανώδυνο– μπορεί να ολοκληρωθεί σε 20 λεπτά της ώρας. Ο εξεταζόμενος ξαπλώνει και κινεί τα πόδια ή τα χέρια του και αναπνέει βαθιά, καθώς γίνονται μετρήσεις, ώστε να διαφοροποιείται η ροή του αίματος κατά τη διάρκεια της ε. Η ροή του αίματος μετράται με έναν ειδικό μετατροπέα, ο οποίος κατευθύνει υψηλής συχνότητας ηχητικά κύματα προς την αρτηρία ή τη φλέβα που εξετάζεται. Η καταγραφή των κυμάτων δίνει πολύτιμες πληροφορίες για την κίνηση όγκων αίματος μέσα στα αιμοφόρα αγγεία. Επίσης, δείχνει στροβιλώδη ροή που δημιουργείται σε αρτηρίες που έχουν υποστεί στένωση, στο άνοιγμα και στο κλείσιμο των καρδιακών βαλβίδων και τις κινήσεις του καρδιακού μυός.Τα τελευταία χρόνια γίνεται συνδυασμός της συμβατικής απεικόνισης υπερήχων με την τεχνολογία Doppler. Αυτό παρέχει τη δυνατότητα στους γιατρούς να βλέπουν εικόνες, οι οποίες δείχνουν την ανατομία και τη δομή των οργάνων, αλλά και τη ροή του αίματος μέσω των αγγείων. Είναι ακριβής και ιδιαίτερα χρήσιμη για τη διερεύνηση σοβαρών ή πιθανώς σοβαρών προβλημάτων, που δημιουργεί η ανεπαρκής παροχή αίματος στα πόδια ή στα χέρια, λόγω πάθησης των αιμοφόρων αγγείων. Στο 95% των περιπτώσεων, η ε. Doppler εντοπίζει την όποια ουσιαστική και επικίνδυνη μείωση της ροής του αίματος.Το έγχρωμο Doppler χαρτογράφησης της αιματικής ροής είναι μία νέα τεχνική, κατά την οποία το αίμα μέσα στις καρδιακές κοιλότητες απεικονίζεται έγχρωμο στην οθόνη. Είναι μέθοδος χρήσιμη στη διάγνωση και στη μελέτη των διαταραχών των καρδιακών βαλβίδων και των συγγενών καρδιακών ανωμαλιών.ε. του αμφιβληστροειδούς. Σε αυτή την ε. ενδέχεται να χρειάζεται η εξουδετέρωση της καμπύλης του κερατοειδούς χιτώνα, με τη βοήθεια ενός φακού επαφής. Ο οφθαλμίατρος ρίχνει μια σταγόνα υγρού τοπικού αναισθητικού στον κάθε κερατοειδή, προτού τοποθετήσει τον φακό επαφής. Η μεγέθυνση βοηθά στην αναγνώριση πολλών μεταβολών του αμφιβληστροειδούς, οι οποίες ενδέχεται να σημαίνουν ασθένεια. Ακόμη, ο γιατρός μπορεί να δει τυχόν μικροανωμαλίες των αιμοφόρων αγγείων του αμφιβληστροειδούς και των στρωμάτων των νευρικών ινών, καθώς και τις όποιες μικρές οπές που μπορεί να έχει.ε. Wood. Πραγματοποιείται με υπεριώδεις ακτίνες και χρησιμοποιείται για τη διάγνωση δερματικών παθήσεων. Ορισμένες μολύνσεις του κρανίου, καθώς πέφτει πάνω τους το φως, παίρνουν ένα πράσινο χρώμα. Στην πορφυροναιμία, που οφείλεται σε ελάττωμα στον σχηματισμό της αιμοσφαιρίνης, το χρώμα γίνεται κοραλλί.* * *η (AM ἐξέτασις) [εξετάζω]έρευνα, ἔλεγχοςνεοελλ.1. γραπτή ἤ προφορική δοκιμασία για να αξιολογηθεί η επίδοση2. ιατρικός ἔλεγχος τής κατάστασης τής υγείας3. η μέλλουσα κρίση4. φρ. Ιερά Εξέτασηα) το συμβούλιο τών καρδιναλίων τής Καθολικής Εκκλησίας που ασκούσε τον έλεγχο τής κακοδοξίας και τιμωρούσε τους αιρετικούςβ) αυστηρή, σκληρή δοκιμασία εξεταζομένωναρχ.1. σύγκριση, παραβολή2. στρατιωτική επιθεώρηση («καὶ ἐξέτασιν ὅπλων ἐποιήσαντο», Θουκ.)4. κατάταξη, ταξινόμηση5. έλεγχος συμβολαίου ή συνθήκης6. (στη Ρώμη) έφιππη παρέλαση στη δοκιμασία για το αξίωμα τού τιμητή7. διόραση, ενόραση8. ακρίβεια.
Dictionary of Greek. 2013.